Ελένη Καραγιάννη
Παράξενη η φετινή Άνοιξη. Το σύμβολο της αναγέννησης της ζωής μέσα σε τέτοια αγωνία θανάτου! Ένας άγνωστος, αόρατος, ύπουλος εχθρός έρχεται να αμφισβητήσει την παντοδυναμία του ανθρώπου να ελέγχει τη νόσο, να παρατείνει τη ζωή, να προγραμματίζει τα πάντα σε μεγάλο βάθος χρόνου.
Πρώτα ζήσαμε την εποχή των ακυρώσεων: κάθε ημέρα προ-οργανωμένα συνέδρια, επαγγελματικά σχέδια, εκδηλώσεις, εκδρομές, γιορτές, ματαιώνονταν το ένα μετά το άλλο και χωρίς να υπάρχει καμιά εγγύηση άμεσης ασφαλούς καινούριας ημερομηνίας.
Κληθήκαμε να μετρήσουμε τη ζωή βήμα-βήμα, στιγμή-στιγμή, ακριβώς όπως οι άνθρωποι που έζησαν πρόσφατα μια σημαντική απώλεια, και δεν θεωρούν ότι η ζωή τους ανήκει, ούτε επομένως μπορούν να την προγραμματίσουν.
Και ύστερα ήλθε ο αναγκαίος εγκλεισμός στο σπίτι, σε μια εποχή που η Άνοιξη καλεί σε εξωστρέφεια. Η μέρα που μεγαλώνει, το πέρασμα από το κρύο και το σκοτάδι του Χειμώνα στο φως, το ξύπνημα της φύσης! Το φως ενός ήλιου ζεστού, μια πρόσκληση στο σώμα να αναζητήσει το ιαματικό του άγγιγμα!
Στερηθήκαμε την αγκαλιά των αγαπημένων, βλέπουμε τον συνάνθρωπο καχύποπτα, κρατάμε αποστάσεις ασφαλείας. Καλούμαστε να ψηλαφήσουμε τα πράγματα από την αρχή, να συλλαβίσουμε διαφορετικά την αγάπη. Από την θέση: μένω μακριά σου γιατί με απειλείς, στη θέση: μένω μακριά σου για να σε προστατεύσω, αλλά βρίσκω τρόπο να είμαι δίπλα σου.
Στερηθήκαμε την ομορφιά, τη ξενοιασιά, την ευεργεσία της παρέας γύρω από ένα τραπέζι πλάι σε μια θάλασσα! Τα βράδια στη πόλη με τον ήχο της μουσικής να συντονίζεται με τον παλμό της καρδιάς και να απολαμβάνουμε την κοντινότητα, καθώς ο άλλος γίνεται καθρέφτης που σε αναγνωρίζει και συνάμα σε προβληματίζει! Νοσταλγούμε τις μοναδικές παρέες που ως Έλληνες ξέρουμε να στηρίζουμε.
Στερηθήκαμε την ευχαρίστηση ενός οικογενειακού τραπεζιού, το άνοιγμα του σπιτικού προς τα έξω, τον εμπλουτισμό της πυρηνικής οικογένειας, που καθιστά την γιορτή μοίρασμα χαράς και ανανέωση και ενίσχυση των οικογενειακών και φιλικών δεσμών.
Είναι πολύτιμη κάθε ύπαρξη και καλείται ο καθένας να τιμά την ύπαρξή του, ώστε να γίνεται πολύτιμη για εκείνον και τους άλλους.
Πολύτιμη η αγάπη που βιώνουμε, έστω και από απόσταση. Πολύτιμη η αγάπη των παιδιών στους γονείς, παραμυθία η αγάπη των εγγονιών στους παππούδες. Πολύτιμη η αγάπη των ηλικιωμένων, όταν δεν ενδιαφέρονται εγωιστικά μόνο για τον εαυτό τους και εμπνέουν με την γενναιότητα και την σοφία τους.
Μήπως καλούμαστε να θυμηθούμε πόσο χώρο επιτρέπει η κοινωνία μας στους ηλικιωμένους; Μήπως και εκείνοι αντιστοιχεί να αναρωτηθούν αν παραιτούνται πικραμένοι, όταν δεν είναι στο κέντρο, αν επιλέγουν να περιθωριοποιούνται μπροστά στην αλματώδη εξέλιξη της ζωής;
Είναι καιρός για αναστοχασμό. Είναι καιρός να ενισχυθούν οι εσωτερικές διαδρομές, όταν απαγορεύεται η κυκλοφορία. Είναι καιρός να στραφούμε στον εσωτερικό προσωπικό πλούτο. Να αναζητήσουμε την μοναξιά που θα μας φέρει πιο κοντά στον εαυτό μας και στους άλλους. Εκείνη τη μοναξιά που αυξάνει την εμπιστοσύνη στη ζωή και νοηματοδοτεί τον πόνο και την δυσκολία. Είναι η μοναξιά του ανθρώπου που είναι συμφιλιωμένος με τον εαυτό του, γι’ αυτό μπορεί να οδηγήσει σε δημιουργικότητα.
Παράξενη, αλλόκοτη Άνοιξη με τις εκκλησιές κλειστές, χωρίς τη γλυκύτητα των χαιρετισμών, χωρίς το μεγαλείο της Μεγάλης Εβδομάδας. Άνοιξη χωρίς Μεγάλη Παρασκευή, χωρίς τον θρίαμβο της Ανάστασης… Όμως, τελικά, αυτή η έλλειψη, η απόλυτη στέρηση, μήπως οδηγήσει καλύτερα στην υπαρξιακή αναζήτηση και στην επιλογή εκ νέου μιας πίστης που αντέχει απογυμνωμένη από μαγική θρησκευτικότητα να θέτει με σπαραχτικό τρόπο τα ερωτήματα και να αναζητά απαντήσεις για ζωή και θάνατο;
Μένουμε σπίτι και αυτό ισχύει για όλους. Όσο ποτέ, αναγνωρίζουμε ότι ανήκουμε όλοι στην κοινή ανθρώπινη μοίρα. Θα αρρωστήσουμε, μάλλον οι περισσότεροι. Θα φοβηθούμε, ήδη φοβόμαστε. «Τρέμει η ψυχή και ξαστοχά γλυκά τον εαυτό της». Θα αναρρώσουμε, ελπίζουμε. Θα κινδυνεύσουμε, κάποιοι. Θα θρηνήσουμε απώλειες. Θα συνειδητοποιήσουμε ότι δεν υπάρχει ατομική ευτυχία.
Ο δρόμος είναι μακρύς.
Μένουμε σπίτι και ο άλλος γίνεται η δυσκολία και συνάμα η δυνατότητα.
Ας μη φοβηθούμε τα σκοτεινά μας συναισθήματα που θα βγουν στην επιφάνεια. Δεν είμαστε άτρωτοι, είμαστε άνθρωποι. Είναι σίγουρο ότι θα κινητοποιηθούν φόβοι από το παρελθόν, καλά κρυμμένοι, καθώς η καθημερινότητα δεν επέτρεπε την δυνατότητα αναστοχασμού. Έρχεται η στιγμή που τα ξεχασμένα, παραγκωνισμένα βιώματα απαιτούν να τα δούμε με θάρρος στο φως, με την ελπίδα να πάρουν καλύτερες απαντήσεις. Όμως στα υπόγεια και στις σοφίτες υπάρχουν και θησαυροί: ο τρόπος που αντιμετωπίσαμε προηγούμενες απώλειες, προηγούμενες δυσκολίες.
Ας μην φοβηθούμε τη σύγκρουση με τα παιδιά μας, αρκεί να μετακινηθούμε και να μπούμε στη θέση τους. Το στοίχημα θα είναι, να μην συγκρουόμαστε με τον ίδιο, επαναλαμβανόμενο, στείρο τρόπο που αναζητά αυτοδικαίωση και δεν τολμά να επιτρέψει την αλήθεια του άλλου να τον ξεβολέψει. Ας είμαστε ανοιχτοί, να μάθουμε από τα παιδιά μας, είναι ακριβώς η στιγμή που τα ενθαρρύνουμε να μάθουν από μας!
Ας μην απογοητευτούμε βλέποντας τις αδυναμίες του συντρόφου, αρκεί να μη μας εμποδίσουν να δούμε και την ομορφιά του. Δεν μπορούμε να πάμε εξ άλλου μακριά, πάλι με την κοντινότητα θα αναμετρηθούμε.
Ο πανικός της εγγύτητας παραμονεύει! Φοβόμαστε την κοντινότητα, μήπως οι άλλοι μας απογοητεύσουν. Φοβόμαστε μήπως αποκαλυφθούν οι αδυναμίες μας. Φοβόμαστε ότι θα κληθούμε να μεταβολίσουμε την αλήθεια του άλλου, συνεπώς να αμφισβητήσουμε κάποιες δικές μας παγιωμένες αλήθειες. Φοβόμαστε μήπως μας πληγώσει ο άλλος, αν του επιτρέψουμε να εισέλθει στον μυστικό κήπο της ψυχής. Φοβόμαστε μήπως μας απορροφήσει, μήπως χάσουμε τον εαυτό μας, μήπως χάσουμε την ελευθερία μας.
Θα δούμε πολύ καθαρά μπροστά μας τα σκοτεινά σημεία της σχέσης μας, όπως και ότι στέρεο έχουμε ήδη χτίσει. Θα δούμε να ανοίγεται μπροστά μας η δυνατότητα βελτίωσης. Ο εγκλεισμός στο σπίτι μας καλεί να ξανασυστηθούμε!
Πώς θα επιστρέψουμε στο σπίτι την χαμένη του ιερότητα; Θα γίνει ξανά ο τόπος έκφρασης ανθρώπινης επιθυμίας, αλλά και συνάντησης με την επιθυμία του άλλου; Ταυτόχρονα, θα αντέχει την διαφορετικότητα και θα ευνοεί να αποκαλύπτεται;
Καλούμαστε να αποδεχτούμε αυτό που δεν μπορεί να αλλάξει, καλούμαστε να μην εγκαταλειφθούμε παθητικά στο μοιραίο. Είναι παράδοξο πόσα καινούργια μονοπάτια και δυνατότητες ανοίγονται όταν αποδεχθούμε τους περιορισμούς, αλλά παραμείνουμε ανυπόταχτοι στην αέναη επιθυμία για υπέρβαση και δημιουργικότητα.
Θα θυμηθούμε τα υπαρξιακά μηνύματα που γράφτηκαν στους τοίχους των φυλακών. Θα αναλογιστούμε για τις γέφυρες που, όπως υποστηρίζουν οι μηχανικοί, είναι οι πλέον πρωτότυπες και ανθεκτικές, όταν υπάρχουν περιορισμοί χώρου και αντίξοες περιβαλλοντικές συνθήκες. Θα μας εκπλήξει ο ίδιος μας ο εαυτός με την ικανότητα της προσαρμοστικότητάς του.
Όλα εκείνα τα «σ’ αγαπώ» που δεν έχουν ειπωθεί, μήπως ήρθε η στιγμή να εκφραστούν και να εμπνεύσουν αλλαγές και μετακινήσεις;
Πώς θα εξασφαλίσει το σπίτι την δυνατότητα του καθενός να έχει την προσωπική του δημιουργική γωνιά, αλλά και την ευκαιρία συνάντησης και αυθεντικού μοιράσματος με τούς άλλους;
Πώς θα δοθεί χώρος στους γονείς να εργαστούν από το σπίτι, και στους εφήβους να εξασφαλίσουν την απαραίτητη ιδιωτικότητα;
Πώς θα μετακινηθούν και θα καταλάβουν οι νέοι την αγωνία για ζωή που βιώνουν οι ηλικιωμένοι;
Πώς θα μετακινηθούν και θα καταλάβουν οι ηλικιωμένοι την λαχτάρα και την ζωντάνια των νέων που καταδικάζεται να μείνει αξόδευτη;
Και τα παιδιά; Καταρχήν θα πανηγυρίσουμε το γεγονός ότι δεν είναι ευάλωτα στη νόσο! Θα τους δώσουμε χώρο- ψυχής πρωτίστως- ώστε εκείνα να συνεχίζουν να παίζουν ατέλειωτα. Να παίζουν και όταν διαβάζουν και μαθαίνουν. Να παίζουν και όταν πρέπει να τηρούν τους κανόνες. Συνεπαρμένα από την εσωτερική τους αστείρευτη δημιουργικότητα, να συνεχίζουν να εμπνέουν τη ζωή. Και θα καλωσορίσουμε με συγκίνηση το πρώτο μωρό που γεννήθηκε υγιές, από μητέρα που έπασχε από τη νόσο.
Θα μιλήσουμε στα παιδιά για το πρόβλημα. Δεν αντιστοιχεί να τα κρατήσουμε σε ένα ασφυκτικό προστατευτικό κουκούλι. Όμως, καθώς οι γονείς μεσολαβούν ανάμεσα στα παιδιά και στην πραγματικότητα, θα τους μιλήσουμε όσο αντιστοιχεί στην ηλικία τους να επεξεργαστούν και να κατανοήσουν. Τα παιδιά θα αντιληφθούν τη στάση μας απέναντι στην δυσκολία, στην απρόσμενη απειλή, στη ματαίωση, στο φόβο. Ποια άποψη ζωής επιθυμούμε να τους εμπνεύσουμε;
Πώς θα αναγνωρίσουμε τις υπερβάσεις γιατρών και νοσηλευτών που διεξάγουν έναν άνισο αγώνα με ένα ακατανόητο ιό; Είναι πολύς ο καιρός που είχαν χάσει το πρόσωπό τους, μέσα σε απρόσωπα νοσοκομεία, όπου οι ασθενείς και οι συγγενείς υποτιμούσαν την αξία τους και τους χρέωναν την όποια ανεπάρκεια του συστήματος.
Θα εκφράσουμε την ευγνωμοσύνη μας σε όλους εκείνους που αγρυπνούν στο προσκέφαλο των αρρώστων, ή μέσα σε εργαστήρια περνούν ατέλειωτες μοναχικές ώρες, για να αποκρυπτογραφήσουν τον άγνωστο ιό και να λυτρώσουν την ανθρωπότητα; Η ευγνωμοσύνη θα διασώσει την ανθρωπιά μας και θα εμπνεύσει καινούργιες υπερβάσεις και σε εκείνους και σε εμάς. Θα διατηρήσουμε την ανάμνηση της ευεργεσίας, όταν όλα θα έχουν τελειώσει, επειδή ο άνθρωπος δυστυχώς, κάποιες φορές ξεχνά, στην προσπάθεια να ξορκίσει το κακό και να ξεχάσει την ευάλωτη θέση που βρέθηκε.
Θα συνειδητοποιήσουμε πόσοι άνθρωποι πεθαίνουν μόνοι και αβοήθητοι, χωρίς την δυνατότητα αποχαιρετισμού! Καλούμαστε να σταθούμε απέναντι στο θάνατο σαν κάτι που μας αφορά, σαν την πρώτη αλήθεια της ύπαρξης, που αναζητά εναγωνίως την τελευταία.
Καλούμαστε να επαναπροσδιορίσουμε τις ανάγκες μας, να αναζητήσουμε κάτι πολύ περισσότερο από την κατανάλωση πραγμάτων, στιγμών και σχέσεων. Η διαδρομή αντιστοιχεί να είναι από την στιγμιαία ευχαρίστηση, στην χαρά και στη βαθύτερη ικανοποίηση, καθώς καλούμαστε να αναζητήσουμε το βάθος των πραγμάτων.
Θα νοσταλγήσουμε τα ταξίδια που ζήσαμε και θα επιτρέψουμε να ζωντανέψουν οι αναμνήσεις, σίγουρα απαλλαγμένες από δυσκολίες και μιζέριες. «Οι ώρες έρχονται που αγάπησαν τις ώρες μας». Θα συνειδητοποιήσουμε ότι τίποτα δεν είναι αυτονόητο, και θα ανέβουν όλα στην εκτίμησή μας, οι μικρές και μεγάλες αποδράσεις, οι νέοι τόποι που με λαχτάρα προσεγγίσαμε, η φυσική ομορφιά που μας αποκαλύφτηκε, τα ανθρώπινα επιτεύγματα του πολιτισμού, αλλά και οι γνώριμοι αγαπημένοι τόποι που πάντα επιστρέφουμε!
«Η πιο όμορφη θάλασσα είναι αυτή που δεν έχουμε ακόμα ταξιδέψει». Θα νοσταλγήσουμε τα ταξίδια του μέλλοντος που δεν έχουμε ζήσει ακόμα, καθώς έχουμε ανάγκη να μην ξεχάσουμε την ομορφιά που υπάρχει εκτός των τειχών. Θα επιτρέψουμε να πλημμυρίσει η ομορφιά του κόσμου το σπίτι μας, χάρις στα επιτεύγματα της τεχνολογίας.
Δεν θα ακυρώσουμε τους γρήγορους ρυθμούς που είχαμε μάθει να ζούμε, ευχόμαστε να τους ξαναβρούμε-και αντιστοιχεί να υπάρξει μια έκρηξη ζωής, μια παρατεταμένη Άνοιξη, όταν όλα θα έχουν τελειώσει- αλλά καλούμαστε να αξιοποιήσουμε την γνώση που θα έχουμε αποκομίσει από τα ρόδα της μοναξιάς.
Πώς θα βγούμε καλύτεροι από τη δοκιμασία; Σαν τραύμα που θα θέλουμε να ξεχάσουμε; σαν απλώς μια ταλαιπωρία που εξαναγκαστήκαμε να βιώσουμε, θυμωμένοι και αγριεμένοι από την στέρηση και την απομόνωση;
Στόχος να αποκτήσουμε ένα ανθεκτικό ψυχικό ανοσοποιητικό σύστημα, που θα γνωρίζει να διακρίνει το ουσιώδες από το επουσιώδες, που θα διασώζει την ανθρωπιά και την αγωνιστικότητα.
Ξαφνικά συνειδητοποιήσαμε ότι οι πόλεις είναι άσχημες, παγερές χωρίς ανθρώπους. Οι άνθρωποι ομορφαίνουν τις πόλεις. Εκείνοι διαλέγουν τα πιο αντιπροσωπευτικά σημεία των πόλεων για να τα συνδέσουν με την προσωπική τους ιστορία, αλλά χωρίς τούς ανθρώπους, η ομορφιά μένει χωρίς αντίκρισμα. Πώς να χαρείς τις πόλεις χωρίς ερωτευμένα ζευγάρια, χωρίς το βιαστικό, υπεύθυνο, συλλογισμένο βήμα των εργαζομένων, χωρίς ζωντανές παρέες, χωρίς την έντονη κινητικότητα των παιδιών;
«Ελεύθεροι πολιορκημένοι», σε μια εποχή που η ελευθερία αποτελεί ύψιστο αγαθό, στερημένοι ξαφνικά στοιχειωδών ελευθεριών. Κλεισμένοι στο σπίτι, σε μια εποχή που η ζωή διαδραματιζόταν συνήθως εκτός σπιτιού.
Ελεύθεροι πολιορκημένοι χωρίς την ευεργεσία συσπείρωσης γύρω από τον κοινό εχθρό, πώς θα καταφέρουμε ο εγκλεισμός να μην καταντήσει απομόνωση; Εξ άλλου, δεν υπάρχει το παράλογο να είσαι μόνος μέσα στο πλήθος, αλλά και το αντίστροφο, σε αγαπητική κοινωνία με τους άλλους όντας σε κατάσταση μοναξιάς;
Θα οραματιστούμε την επιστροφή. Σαν φως στο βάθος του τούνελ, σαν ανεκτίμητο δώρο, σαν καινούργια αρχή, με τη λαχτάρα να ανταμώσουμε μετά από μακριά ξενιτεία.
Θα επιθυμήσουμε τους άλλους και θα χαρούμε επειδή θα μας επιθυμήσουν και εκείνοι. Επιθυμία είναι η εμπειρία μιας έλλειψης και ταυτόχρονα μιας δύναμης που μας ξεπερνά. Είναι η συνάντηση με την πιο βαθιά εσωτερικότητά μας. Η ζωή εξανθρωπίζεται, όταν η επιθυμία μου για τον άλλο αναγνωρίζεται από την επιθυμία του άλλου.
Οι άνθρωποι είμαστε κλεισμένοι στο σπίτι, αλλά στο δρόμο τα δέντρα ανθίζουν ερήμην μας. Αγνοούν τις απειλές του καινούργιου ιού. Εκείνα γνωρίζουν να αφουγκράζονται τον χτύπο του χυμού του κορμού τους στο εσωτερικό, όταν δεν μπορεί άλλο να συγκρατήσει την ορμή του και μεταμορφώνεται σε άνθη λεπτά, ευαίσθητα αλλά και ανθεκτικά ταυτόχρονα.
Τα δέντρα ανθίζουν ερήμην μας, φέγγουν ακόμα και τη νύχτα. Στέκουν στο ύψος της περίστασης, είναι συνεπή στο ραντεβού με την Άνοιξη, στο ραντεβού με την ελπίδα της ανατροπής. Δίνουν το παρόν, αντικαθιστώντας την ανθρώπινη απουσία.
Τα δέντρα είναι το ζωντανό κομμάτι που αλλάζει και εξελίσσεται, ανθίζουν από πλεόνασμα ζωής και επιθυμίας! Ομορφαίνουν τους άδειους ψυχρούς δρόμους με την παλέτα των χρωμάτων τους, περπατούν με τις ρίζες και ξεδιπλώνουν τα καινούργια φύλλα σε πείσμα των καιρών!
Τα δέντρα ανθίζουν για μια φευγαλέα συνωμοτική ματιά με τούς γιατρούς και τους νοσηλευτές, όταν τρέχουν βιαστικά στο νοσοκομείο, ή επιστρέφουν κατάκοποι στο σπίτι μετά το τέλος της εφημερίας. Τα δέντρα ανθίζουν για τους εθελοντές, που με τις υπερβάσεις τους ομορφαίνουν τον κόσμο.
Μήπως όμως τα ανθισμένα δέντρα των δρόμων υπάρχουν για να μας θυμίσουν, ότι υπάρχουν ανθρώπινες σχέσεις που μπορούν να ανθίζουν εντός σπιτιού; Και μήπως αντιστοιχεί να πυροδοτηθεί η ανθοφορία του όντος μέσα μας;