Είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι, το συνέδριο τούτο επικεντρώθηκε περισσότερο στην κατανόηση και στην πρόληψη της αντικοινωνικής συμπεριφοράς των νέων, τόσο στο κοινωνικό όσο και στο ψυχολογικό επίπεδο. Εξάλλου, βρισκόμαστε στην χώρα του Ιπποκράτη και γνωρίζουμε απ΄ αυτόν ότι «κάλλιον εστί το προλαμβάνειν ή το θεραπεύειν».
Δυστυχώς όμως, πολλές φορές στην καθημερινή πράξη, καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε παιδιά και εφήβους που παρουσίασαν παραπτωματική συμπεριφορά και τότε αντιλαμβανόμαστε το κενό που υπάρχει στην Ελλάδα, όσον αφορά την ειδική θεραπευτική αντιμετώπιση τέτοιων καταστάσεων.
Είναι κοινά αποδεκτό ότι, η επίσημη αντίδραση της Κοινωνίας έναντι του παραπτωματία θα πρέπει να κατευθύνεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε, να αποσκοπεί στη λιγότερη βλάβη και το περισσότερο κέρδος. Έτσι λοιπόν τίθεται το σοβαρό πρόβλημα του «χαρακτηρισμού». Τίθεται δηλαδή η θέση του ότι ενώ όλοι σχεδόν οι νέοι είναι παραπτωματίες σε κάποιο βαθμό, ένας από τους πιο ισχυρούς παράγοντες στην δημιουργία μιας παραπτωματικής καριέρας, είναι η σύλληψη και η καταδίκη και επομένως η ετικέτα του «παραπτωματία» ή ακόμα χειρότερα του «εγκληματία». Η ετικέτα είναι δυνατόν να αλλάξει τις στάσεις των γονιών, των δασκάλων, του κοινωνικού περίγυρου αλλά επηρεάζει επίσης την «εικόνα εαυτού» του ίδιου του νέου, ο οποίος πλέον αισθάνεται ότι αποτελεί «χαμένη υπόθεση» και «κακή πάστα».
Τα πράγματα χειροτερεύουν επιπλέον, εάν ο χαρακτηρισμός οδηγήσει τον νέο σε απομόνωση σε «αναμορφωτικά» ιδρύματα που συγκεντρώνουν άτομα με παρόμοια στάση και όπου διέπονται από ένα μυστικό σύστημα ιεραρχίας όπου κυριαρχούν οι πιο αντικοινωνικοί και δυσλειτουργικοί τρόφιμοι.
Υποστηρικτική των ανωτέρω αναφέρεται η έρευνα των Gold and Williams, που μελέτησαν δύο ομάδες αγοριών που είχαν αναφέρει μόνοι τους τέσσερα σοβαρά παραπτώματα’ οι μισοί είχαν συλληφθεί για το τελευταίο παράπτωμα και οι άλλοι μισοί δεν είχαν συλληφθεί ποτέ.
Επαληθεύοντας την υπόθεση, εκείνοι που δεν είχαν συλληφθεί, στην συνέχεια είχαν λιγότερες καταδίκες από εκείνους που είχαν συναλλαγές με τα δικαστήρια.
Τίθεται επομένως το πρόβλημα του αυστηρού σχεδιασμού και δόμησης ειδικών θεραπευτικών μονάδων, με τέτοιους όρους ώστε να επιτυγχάνεται η μεγιστοποίηση της θεραπευτικής αποτελεσματικότητας.
Ο Ι.Τσιάντης αναφέρει στη διάρθρωση των Παιδοψυχιατρικών Υπηρεσιών στην Ελλάδα τα εξής:
«Είναι γεγονός ότι οι αλλαγές των νόμων δεν συνοδεύονται πάντοτε με προγράμματα που απαιτούν οικονομικές δαπάνες.
Είναι απαραίτητο να δημιουργηθεί ανάλογη υποδομή για να εφαρμοστούν τα νέα νομοθετικά μέτρα.
Για παράδειγμα, θα είναι μόνο άσκηση επί χάρτου, εάν η προοδευτικότερη και πιο ανθρώπινη νομοθετική αντιμετώπιση της παραπτωματικότητας των νέων, δεν συνοδεύεται από ανάλογη δημιουργία κατάλληλων θεραπευτικών κέντρων και ξενώνων, που θα στελεχωθούν από κατάλληλα εκπαιδευμένο προσωπικό».
Οπωσδήποτε, πρέπει να ξεκαθαριστεί από την αρχή ότι ο ακριβής σχεδιασμός της θεραπευτικής μονάδας απαιτεί μια πολύχρονη, πολυδάπανη και συνεργατική μελέτη πολλών ειδικών από διαφορετικές επιστήμες. Τονίζω, ότι ένα μόνο κέντρο, έστω και ιδανικό, δεν μπορεί να προσφέρει, εκ προοιμίου, τα ίδια αποτελέσματα σ΄ όλους τους παραπτωματικούς νέους αφού και όλοι οι παραπτωματίες δεν είναι οι ίδιοι.
Συνεπώς, διαφορετικός σχεδιασμός απαιτείται για τα παιδιά που ξεκινούν, από αυτά που ήδη έχουν μια εγκληματική καριέρα. Διαφορετικός σχεδιασμός για παιδιά με κοινωνικό προσανατολισμό και διαφορετικός για παιδιά με αντικοινωνικό. Διαφορετικός σχεδιασμός για παιδιά που θα τα περιμένει μια οικογένεια, έστω και με προβλήματα, και διαφορετικός για κείνα χωρίς καμιά οικογενειακή υποστήριξη.
Επομένως, το ζήτημα δεν είναι η δημιουργία μόνο «ιδανικής» θεραπευτικής μονάδας, αλλά η δημιουργία ενός πλέγματος αυτόνομων εξειδικευμένων θεραπευτικών κέντρων.
Υπάρχουν όμως και κάποια κοινά στοιχεία στην δομή, που συνιστούν και δικαιολογούν την χρήση του όρου «θεραπευτική» και τα οποία θα περιγράψω.
Μια θεραπευτική Μονάδα για να είναι θεραπευτική θα πρέπει να συνδυάζει αφενός μεν το θεραπευτικό πλαίσιο και αφετέρου το αναγκαίο θεραπευτικό προσωπικό.
ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
Το θεραπευτικό πλαίσιο αποτελεί το μέγιστο της προσφοράς. Τα παιδιά κινδυνεύουν να αντιμετωπίζονται είτε σαν «κακοί και επικίνδυνοι θύτες» είτε σαν «παρασυρμένα και αναξιοπαθούντα θύματα».
Αντίστοιχα προς τις δύο αντιλήψεις, η συσσωρευμένη εμπειρία δείχνει ότι μια μονάδα αντιμετώπισης παραπτωματικών νέων κινδυνεύει από δύο άκρα.
Αφενός μεν, να αποτελέσει ένα κλειστό σύστημα, που επικεντρώνοντας την ανάγκη ύπαρξης ορίων, τείνει να μετατραπεί σε ένα αποστειρωμένο χώρο. Εδώ θα μπορέσει να επιτευχθεί η πειθαρχία αφού θα εξωτερικεύονται λιγότερο τα προβλήματα, όμως όταν η πόρτα ανοίξει, ο νέος επανερχόμενος στην κοινωνία, τείνει να υποτροπιάσει.
Το άλλο άκρο είναι μια φιλελεύθερη μορφή που η θεώρηση του νέου σαν θύματος, οδηγεί στο να του παρέχονται όσο δυνατόν περισσότερα και στο να του ζητούνται όσο δυνατόν λιγότερα. Εδώ ο νέος αισθάνεται πολύ καλύτερα, σε σημείο κάποιες φορές να αποζητά την είσοδό του, όμως κινδυνεύει να μην αλλάξει τα patterns της συμπεριφοράς του, παραμένοντας δηλαδή αθεράπευτος.
Η θεραπευτική μονάδα όμως, αποσκοπεί στην συνειδητοποίηση της παραπτωματικής συμπεριφοράς αλλά διαχωρίζοντας την από τον παραπτωματία.
Επομένως, απαιτείται μια δομή όπου ο νέος γίνεται δεκτός και του προσφέρεται κατανόηση, τρυφερότητα και στοργή, αλλά ταυτόχρονα του τίθενται όρια στην συμπεριφορά του, τα οποία δεν μπορεί να ξεπεράσει χωρίς συνέπειες.
Τίθεται ένα συμβόλαιο που θέτει το τι επιτρέπεται και τι όχι, ποιοι ακριβώς είναι δηλαδή οι κανόνες του παιχνιδιού. Αυτό βέβαια μπορεί να ηχεί σαν τιμωρητικό ή σκληρό. Όμως θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι για πολλά από τα παιδιά, ίσως να είναι η πρώτη φορά που θα βιώσουν την ύπαρξη κάποιων κανόνων, αφού προέρχονται από χαοτικές καταστάσεις. Ακόμα επίσης δημιουργεί και κάποια δυσφορία στην απαίτηση για προσαρμογή, παράλληλα όμως δημιουργεί και το αίσθημα της ασφάλειας, αφού οι κανόνες δεν προβλέπουν μόνο τις υποχρεώσεις, αλλά και τα δικαιώματα των τροφίμων. Σαν συνέπεια, επιβοηθείται η μη δημιουργία προσωπικών παρεξηγήσεων ανάμεσα στους θεραπευτές και τους θεραπευόμενους.
Εδώ επίσης θα πρέπει να μιλήσουμε για το πρόγραμμα, το οποίο πρέπει να είναι λεπτομερές και πλήρες για την κάθε χρονική στιγμή. Ένα παράδειγμα αφορά τις απογευματινές και τις βραδινές ώρες. Δεν μπορεί τα παιδιά να μένουν μόνα με το βοηθητικό προσωπικό και μόνο με την εποπτεία απλώς κάποιου θεραπευτή. Αυτό είναι απαράδεκτο, γιατί αυτά που έχουν επιτευχθεί το πρωί, διαλύονται το απόγευμα. Η ανυπαρξία δομής δίνει την δυνατότητα στην εγκαθίδρυση ομάδων-συμμοριών όπου επιβάλλονται και κυριαρχούν τα πλέον αρνητικά στοιχεία.
Εδώ θα πρέπει να είμαστε κατηγορηματικοί. Είναι καλύτερα να μην υπάρχει κλειστή μονάδα, αν δεν προβλέπεται πρόγραμμα 24 ώρες το 24ωρο, και βέβαια μιλώντας για ένα τέτοιο πρόγραμμα σε θεραπευτική βάση δεν μιλάμε για ένα καταπιεστικό και άκαμπτο, αλλά για την διαρκή φροντίδα και έγνοια και την θεραπευτική αξιοποίηση της κάθε στιγμής και της κάθε ευκαιρίας.
Ακόμα και το φαγητό, η καθαριότητα, η ψυχαγωγία γίνονται ευκαιρίες για την κινητοποίηση των νέων και την αξιοποίηση των όποιων δημιουργικών δυνατοτήτων και την ικανοποίηση των αναγκών για συναισθηματική εκφόρτωση κι επικοινωνία εξαϋλώνοντας τα επιθετικά ορμέμφυτα.
Όμως, όσο ιδανικά κι αν λειτουργεί μια θεραπευτική μονάδα δεν θα πρέπει να ξεχνά ότι η ύπαρξή της δεν αποτελεί αυτοσκοπό, αλλά μόνο ένα μεταβατικό στάδιο, όπου ο νέος θα υποστηριχθεί στο να ακολουθήσει μια πιο λειτουργική ζωή. Συνεπώς, η μονάδα απαιτείται να βρίσκεται λειτουργικά συνδεδεμένη με την Κοινότητα.
Αυτό σημαίνει ότι σταδιακά και επιλεκτικά προσφέρεται η δυνατότητα στους νέους να επανέλθουν στην κοινωνία. Αυτό σημαίνει ακόμα την ανάγκη ύπαρξης ενδιάμεσων μορφών, όπως επαγγελματικών εργαστηρίων και ξενώνων.
ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ
Η ύπαρξη κατάλληλου θεραπευτικού προσωπικού είναι θεμελιώδους σημασίας. Είναι αυτοί που θα αναλάβουν να υλοποιήσουν την θεραπεία στα συγκεκριμένα παραπτωματικά παιδιά.
Επομένως απαιτείται βαθιά επιστημονική γνώση και εξειδίκευση. Απαιτείται η παρουσία επαρκούς αριθμού από τις ειδικότητες:
-Παιδοψυχιάτρων
-Ψυχολόγων
-Κοινωνικών Λειτουργών
-Εργοθεραπευτών
-Ειδικών Παιδαγωγών
Όμως η επιστημονική γνώση δεν επαρκεί. Είναι αναγκαία η εκλογή θεραπευτών που να είναι ασυνήθιστα αποφασισμένοι με υπερβολική υπομονή, ευελιξία και προσωπική σταθερότητα. Εκείνοι που αναλαμβάνουν την θεραπεία των αντικοινωνικών επιθετικών παιδιών πρέπει να είναι προετοιμασμένοι να προσφέρουν αποδοχή και στοργή για μακρά χρονικά διαστήματα, με πολύ μικρή ανταπόδοση. Ακόμα να μην ξαφνιάζονται όταν η καλύτερη διάθεση και προσπάθειά τους θα συναντά την κακή συμπεριφορά, την άρνηση προσωπικής σχέσης, την υπεκφυγή, την παρανοϊκή ερμηνεία και την εχθρική διάθεση.
Αντιθέτως, εξαιτίας του ότι πολλοί από τους παραπτωματικούς νέους έχουν γίνει ειδικοί στην εξαπάτηση και την εκμεταλευτικότητα, το θεραπευτικό προσωπικό μπορεί να αισθανθεί προδομένο και να παρασυρθεί στο να αποφανθεί ότι ο νέος έχει να χάσει κάθε κίνητρο για αλλαγή.
Μια επικίνδυνη κατάσταση που μπορεί να προκύψει για το προσωπικό είναι το splitting. Ο διαχωρισμός δηλαδή στους «καλούς» και στους «κακούς». Στους «υποχωρητικούς» και στους «αυστηρούς», κ.ο.κ.
Περιττό να σας πω ότι αν επικρατήσουν, χωρίς να ερμηνευθούν, οι καταστάσεις splitting, τότε αναπτύσσονται τόσο έντονα αρνητικά συναισθήματα που καταλήγουν στην ολική καταστροφή της όλης προσπάθειας.
Επομένως, είναι απαραίτητη η ύπαρξη έμπειρου ειδικού, που να δρα υποστηρικτικά προς το προσωπικό, αυξάνοντας την εμπιστοσύνη και την κατανόηση και επιπλέον να δρα καταλυτικά, ώστε να ξεπερνούν τις περιόδους των κρίσεων.
Επιβοηθητικό βέβαια για το προσωπικό, κρίνεται και η παροχή οικονομικών, μορφωτικών-εκπαιδευτικών και εργασιακών κινήτρων (π.χ. αυξημένες άδειες).
ΘΕΡΑΠΕΙΕΣ
Θεραπεία Οικογένειας
Παρόλο που όλοι συμφωνούν ότι απαιτείται παράλληλη εργασία με την οικογένεια, η πραγμάτωσή της αντιμετωπίζει μύριες δυσκολίες, αφού πολλές φορές δεν υφίσταται καν οικογένεια.
Η παρουσία της παραπτωματικότητας των παιδιών, σχετίζεται με χαοτικές οικογένειες με έλλειψη ορίων, με την απουσία του πατέρα ή με αντίστοιχα patterns παραπτωματικότητας των γονιών.
Έτσι, η θεραπεία της οικογένειας θα πρέπει να ξεκινά από την πρώτη μέρα εισαγωγής του παιδιού στην θεραπευτική μονάδα. Βασικό και κυρίαρχο σημείο είναι να θεωρηθεί ότι το συγκεκριμένο παιδί-παραβάτης φέρει το σύμπτωμα. Όμως το πρόβλημα δεν είναι μόνο δικό του. Αυτό αποτελεί τον εκφραστή της οικογενειακής δυσλειτουργίας.
Χωρίς αυτή την συνολική οπτική της οικογένειας, το παιδί θα στιγματιστεί από τα υπόλοιπα μέλη σαν το μαύρο πρόβατο και θα οδηγηθεί στην απόρριψη και στην επαύξηση της παραπτωματικής συμπεριφοράς.
Συνεπώς, μια παραδοσιακού τύπου συμβουλευτική προς τους γονείς ελάχιστα οφέλη μπορεί να επιφέρει.
Απαιτείται μια συστηματική οικογενειακή ψυχοθεραπεία, συνδυασμένη με θεραπεία του ζευγαριού.
Πρόκειται για τις πλέον επίπονες εργασίες, αφού ο θεραπευτής θα πρέπει να ξεπεράσεις τις εκδηλώσεις μίσους μεταξύ των μελών της οικογένειας και να διακόψει τις συνεχείς αλληλοκατηγόριες για το «ποιος φταίει», θα πρέπει να παραμείνει σταθερός και να μην υποκύψει στις πιέσεις να συμμαχήσει με κάποιον ενάντια στον άλλο. Και ακόμα θα πρέπει να περιμένει ότι κάποιες στιγμές η οικογένεια θα κάνει κοινό μέτωπο για να επιτεθεί εναντίον του.
Ο θεραπευτής όμως θα πρέπει να είναι έτοιμος όχι μόνο να απορροφήσει όλη αυτή την ένταση αλλά να βρει, να ονοματίσει και να επιβραβεύσει τα όποια θετικά στοιχεία υπάρχουν, ούτως ώστε να ενδυναμώσει την αυτοεκτίμηση, μα και την συναλλαγή των μελών της οικογένειας, σπάζοντας κατ΄ αυτόν τον τρόπο τον φαύλο κύκλο της κατηγόριας και της παθολογίας που γεννά την παραπτωματικότητα.
Θεραπεία Συμπεριφοράς
Η επιβράβευση κάθε θετικής προσπάθειας και η επιβολή συνεπειών στις αρνητικές συμπεριφορές, μπορούν σε συνδυασμό με τις δυναμικές θεραπείες να βοηθήσουν στην διαμόρφωση καλύτερων στάσεων εκ μέρους των νέων.
Φαρμακευτική Αγωγή
Δεν υπάρχει κάποιο φαρμακευτικό σκεύασμα που να μπορεί να βοηθήσει στις διαταραχές διαγωγής.
Η κλασσική, μακρά ατομική ψυχοθεραπεία έχει ανταπόκριση σ΄ένα μικρό μόνο ποσοστό παραπτωματικών νέων. Σύμφωνα με τους Grant και Grant, τα ευρήματα δείχνουν ότι μόνο οι πιο ώριμοι νέοι ανταποκρίθηκαν ικανοποιητικά στην κλασσική ψυχοθεραπευτική τεχνική. Η πιο συνήθης άμυνα των παιδιών αυτών είναι το acting out και επομένως η θεραπεία αντιμετωπίζει τεράστιες δυσκολίες. Επιπλέον οι νέοι θα τείνουν να είναι καχύποπτοι και επιφυλακτικοί. Παρόλα αυτά μια παράλληλη εξατομικευμένη στηρικτική θεραπευτική εργασία είναι απαραίτητη, ιδίως στους εφήβους που η παραπτωματικότητά τους είναι μια εκδήλωση καλυμμένης κατάθλιψης. Οπότε, ο θεραπευτής έχει σημαντική εργασία να κάμει με την βελτίωση της «εικόνας εαυτού» και την συγκρότηση ενός πιο σταθερού «εγώ».
Η ομαδική ψυχοθεραπεία είναι από τις πιο αποδοτικές μεθόδους στην θεραπεία των παραπτωματιών, ιδίως για παραπτωματικά παιδιά με κοινωνικοποιημένη συμπεριφορά.
Δεν πρόκειται απλώς για μια ομαδική αντιμετώπιση των παιδιών, αλλά πρόκειται για μια μορφή ψυχοθεραπείας που απαιτεί ειδικό θεραπευτή και συγκεκριμένη τεχνική. Ειδικά στα πλαίσια εργασίας με παραπτωματικούς εφήβους, ο νέος θα βοηθηθεί να αναπτύξει μια σειρά από επιδεξιότητες. Οι Γ. και Β. Βασιλείου αναφέρουν ότι: Στα πλαίσια της ομαδικής ψυχοθεραπείας ο νέος πρέπει (α) να μπορεί να μπει στην θέση του άλλου, πράγμα που χρειάζεται διαφοροποίηση στις γνωστικές και στις συγκινησιακές διεργασίες και στους τύπους συμπεριφοράς’ (β) να μάθει να συνεργάζεται και να μπαίνει σε διάλογο με τα άλλα μέλη της ομάδας του. Η αποκατάσταση αυτού του διαλόγου απαιτεί από τον νέο βασική εμπιστοσύνη για τους άλλους, «άνοιγμα», ειλικρίνεια και να μην επιδιώκει τον έλεγχό τους’ (γ) το άτομο χρειάζεται μια λειτουργική και εφαρμοσμένη αυτογνωσία, με την έννοια του τι μπορεί και τι δεν μπορεί να κάμει και πόσο θέλει να το κάμει.
Το πιο σημαντικό έργο όμως, είναι η μύηση της ομάδας σε θετικές αξίες του να είναι συνεπείς προς την «διεργασία του ζειν».
Τελειώνοντας, θα ήθελα να σας δείξω ένα σύνθημα που το βρήκα γραμμένο σε κάποιο τοίχο στην Αθήνα:
«ΚΑΝΕ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ ΧΑΡΑΣ, ΧΑΡΑ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ»
Άραγε μπορούμε να μιλάμε για θεραπεία χωρίς την αντιστροφή του;
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Γ.Α. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΩΣ ΣΥΣΤΗΜΑ: ΜΙΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΑΙΔΟΨΥΧΙΑΤΡΟ.
Ι.ΤΣΙΑΝΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΙΔΟΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ, 1987.
Π.ΧΑΡΤΟΚΟΛΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ, 1986.
J.KASHANI, A.DANIEL COMPARISON OF PREDELINQUENT BOYS AND GIRLS IN GROUP HOMES AND FACTORS ASSOCIATED WITH THE OUTCOME, BRIT.J.PSYCH., 1984.
J.MEEKS CONDUCT DISORDERS, KAPLAN.
D.MOSTWIN LIFE SPACE OF PREDELINQUENT YOUTH AND THEIR FAMILIES, INTERNATIONAL J. FAMILY PSYCHIATRY, 1984.
R.E.JOHNSON MOTHER’S VERSUS FATHER’S ROLE IN CAUSING PREDELINQUENCY ADOLESCENCE, SPRING 1987.
A.WALSH, J.A.BEYER VIOLENT CRIME AND LOVE DEPRIVATION AMONG ADOLESCENT DELINQUENTS, ADOLESCENCE, FALL 1987.
B.D. GOLD SELF-IMAGE OF PUNK ROCK AND NONPUNK ROCK JUVENILE DELINQUENTS, ADOLESCENCE, FALL 1987.
R.G. DUNHAM, G.P. ALPERT KEEPING JUVENILE DELINQUENTS IN SCHOOL: A PREDICTION MODEL, ADOLESCENCE, SPRING 1987.
L.L. GEISMAR, K. WOOD FAMILY AND DELINQUENCY: RESOCIALIZING THE YOUNG OFFENDER, ADOLESCENCE, WINTER 1987.
Δημήτρης Καραγιάννης
Διεθνές Συμπόσιο για την Πρόληψη της Εγκληματικότητας των Ανηλίκων, 1988