Στις παραδοσιακές αγροτικές κοινωνίες οι άνθρωποι είχαν να αντιμετωπίσουν τα στοιχεία της φύσης, που αποτελούσαν κοινή απειλή γι΄ όλα τα μέλη της κοινότητας. Έτσι έπρεπε να ενωθούν για να μπορέσουν ν΄ ανταπεξέλθουν στους κινδύνους.

Στη σημερινή κοινωνία οι στόχοι για επιτυχία έχουν γίνει ατομικοί και αυτό έχει επιδράσει στις ανθρώπινες σχέσεις που έχουν γίνει ανταγωνιστικές και βέβαια όπου ανταγωνισμός εκεί και stress.

Δεν χρειάζεται να σας περιγράψω την κατάσταση της διαρκούς έντασης και επαγρύπνησης, του συνεχούς τρεξίματος και του φόβου του παραμερισμού, γιατί αποτελούν δυστυχώς καθημερινό βίωμα για όλους μας.

Έτσι οι φράσεις «έχω τα νεύρα μου», «αν μ΄ ακουμπήσεις θα εκραγώ» ή άλλες ανάλογες δεν είναι παρά μία αναμενόμενη «φυσιολογική» αντίδραση. Ποιος μπορεί να ζει στο κυκλοφοριακό – και όχι μόνο κυκλοφοριακό – χάος της Αθήνας και να μένει απαθής; Ποιο παιδί μπορεί να υποστεί το τέντωμα των εισαγωγικών εξετάσεων και να μην νιώσει απίστευτη αγωνία;

Ο αθλητισμός με την μορφή της ερασιτεχνικής άθλησης είναι ένα σημαντικό φάρμακο εναντίον του stress της σύγχρονης ζωής. Είναι μια υγιής φυγή από τα πολλαπλώς παρουσιαζόμενα προβλήματα. Αποτελεί μια ανακούφιση από την διαρκή πίεση για επιτυχία. Είναι μια αντίδραση στην εξαφάνιση του σώματος από την καθιστική ζωή και τις σύγχρονες ανέσεις. Βέβαια όλα αυτά έχουν γραφτεί και ειπωθεί, όμως η σημασία τους παραμένει ακέραια, αφού οι παράμετροι που αχρηστεύουν το σώμα μας συνεχώς πολλαπλασιάζονται.

Συνεπώς η υγεία, οριζόμενη σαν κατάσταση σωματικής και ψυχικής ευεξίας, απαιτεί και την εκγύμναση και την άθληση και το παιχνίδι, που η σημασία του είναι τεράστια, ενώ η απουσία του καταντά την ζωή των παιδιών μαρτύριο.

Όμως, αν ο αθλητισμός και πιο σωστά το «αθλείσθε» είναι ένα ισχυρό φάρμακο κατά του stress, μάλιστα ένα φάρμακο φυσικό χωρίς παρενέργειες, το ίδιο δεν μπορούμε να πούμε για τον πρωταθλητισμό.

Ο πρωταθλητισμός, αντίθετα. αποτελεί από την ίδια του την φύση μια κύρια πηγή stress, αφού είπαμε ότι το stress έχει να κάμει με τον ανταγωνισμό και ο πρωταθλητισμός είναι κορωνίδα του ανταγωνισμού.

Ο πρωταθλητισμός είναι η διαστρέβλωση που επέφερε η σύγχρονη κοινωνία στον χώρο του αθλητισμού.

( Εδώ θα ήθελα να σας εκμυστηρευτώ ότι όταν έγραφα αυτή την εισήγηση, βρισκόμασταν στις παραμονές των Ολυμπιακών Αγώνων και φοβόμουνα ότι όλα αυτά θα ηχούσαν παράταιρα. Όμως στην συνέχεια ήρθαν ένα σωρό στοιχεία που μόνα τους θα μπορούσαν να αποτελέσουν ένα τεράστιο τόμο ).

Η εργασία όμως αυτή ανήκει στους Κοινωνιολόγους. Εγώ σαν Ψυχίατρος και, ειδικότερα σαν Παιδοψυχίατρος, θα αναφερθώ στην εκδαπάνηση που επιφέρει ο ανταγωνισμός στην ψυχική σφαίρα.

Αναφερόμενοι στον αθλητισμό βλέπουμε ότι η συμμετοχή στην εκγύμναση έχει άμεσα τα οφέλη στην ίδια σου την ύπαρξη και χωρίς προϋποθέσεις. Στον πρωταθλητισμό όμως η αξία δεν είναι ούτε η εκγύμναση, ούτε καν η επίδοση. Αξία είναι η επίδοσή σου εν σχέση προς τις επιδόσεις των άλλων. Ο στόχος σου δεν είναι απλά να τα καταφέρεις καλύτερα από τους άλλους. Επομένως ο άλλος άνθρωπος είναι αυτός που σε απειλεί και παραφράσσοντας τον Sartre: «ο συναθλητής μου είναι η κόλασή μου». Αξία έχεις όσο είσαι στο βάθρο, όσο είσαι ο καλύτερος. Έτσι ζεις με την διαρκή αγωνία, αφού πρέπει πάση θυσία να είσαι ο καλύτερος για να μπορείς να υπάρχεις.

Η μεγαλύτερη αγωνία βιώνεται από τους «πρώτους». Οι πρώτοι, οι πρωταθλητές πληρώνουν το ακριβό τίμημα που απαιτείται για να έρθει η πρωτιά και στην συνέχεια την μοναξιά και την αγωνία για την διατήρηση της πρωτιάς, αφού όλοι οι άλλοι που επιθυμούν να γίνουν πρώτοι είναι αντίπαλοί τους, οι εχθροί τους.

Κάθε χρόνο μετά την αναγγελία των εισαγόμενων στα Α.Ε.Ι. υπάρχουν όπως το γνωρίζετε δυστυχώς, αυτοκτονίες παιδιών που «απέτυχαν». Και αυτά τα παιδιά είναι πάντοτε οι άριστοι μαθητές που είχαν μάθει να είναι πρώτοι και δεν άντεξαν το βάρος της αποτυχίας.

Θα γνωρίζετε τις ιστορίες πρώην πρωταθλητών που δεν άντεξαν τον εξοστρακισμό από το βάθρο του πρώτου και την στροφή των φώτων στον καινούργιο «πρώτο».

Η πτώση όμως από το βάθρο είναι ταυτόσημα του πρωταθλητισμού. Τα χρόνια περνούν και είναι αδύνατο να τα βάλει κανείς με τον χρόνο και τις συνέπειές του επ΄άπειρον. Ο πρωταθλητής τρέμει ότι δεν θα τα καταφέρει για πολύ ακόμα. Ο κόσμος έχει ανάγκη για είδωλα, αλλά αποζητά τα καινούργια. Και αν τον Αριστείδη τον διώξανε επειδή βαρέθηκαν να ακούνε για τις αρετές του, ανάλογο συμβαίνει και με τα σύγχρονα είδωλα. Τα είδωλα συγκεντρώνουν τον θαυμασμό και εξυπηρετώντας την ανάγκη του ανθρώπου να ταυτίζεται με τον «υπεράνθρωπο», ταυτόχρονα όμως συγκεντρώνουν και κάποιο υποσυνείδητο μίσος γατί ξεφεύγουν από τον μέσο όρο των υπολοίπων.

Συνεπώς, ο πρώτος βιώνει την διαδικασία του πένθους όπου θρηνεί τον χαμένο εαυτό του και που ζει τα συναισθήματα αρχικά της άρνησης να δεχτεί την νέα πραγματικότητα, μετά του θυμού για τους γύρω του που έφταιξαν (π.χ. εναντίον του προπονητή του, των παραγόντων , των δημοσιογράφων κ.ο.κ.) Αργότερα τα βάζει με τον εαυτό του που δεν έκανε ίσως ότι μπορούσε να κάνει και έτσι βρίσκεται σε μια κατάσταση θλίψης από την οποία θα βγει με την αποδοχή της νέας πραγματικότητας.

Πολλές φορές όμως δεν αντέχει να δει την νέα πραγματικότητα, ιδίως όταν η πτώση ήταν απότομη και μη αναμενόμενη. Τότε η κατάσταση της θλίψης παγιώνεται σε κατάθλιψη. Βέβαια όταν πρόκειται για μια υγιή προσωπικότητα, θα βρει διέξοδο και θα υπηρετήσει νέους στόχους. Πιο αδύνατες προσωπικότητες ή πιο ναρκισσιστικές δεν αντέχουν το πλήγμα και δεν είναι λίγοι αυτοί που έχουν τελειώσει την ζωή τους σαν αλκοολικοί.

Θα ήθελα όμως να αναφερθώ πιο ειδικά στα παιδιά, για τα οποία η ένταξή τους από νωρίς στην έννοια του ατέλειωτου ανταγωνισμού και πρωταθλητισμού, δημιουργεί στρέβλωση στην διαμορφούμενη προσωπικότητά τους.
Πολλοί γονείς φορτώνουν τα παιδιά τους. Τα θέλουν πρώτα. Ίσως γιατί αυτοί δεν έγιναν πρώτοι. Τα πιέζουν διαρκώς να διαβάζουν. Για να πετύχουν….αλλά όχι μόνο στα μαθήματα.

Σαν Παιδοψυχίατρος έβλεπα μια οικογένεια και προσπαθούσα να πείσω τους γονείς ότι εκτός από τα μαθήματα υπάρχει και το παιχνίδι και ότι είναι σημαντικό για τα παιδιά. Έτσι είχα ζητήσει να αφήσουν τον 8χρονο γιο τους που παρουσίαζε ticks να παίζει στην γειτονιά ποδόσφαιρο ή μπάσκετ. Τότε η μητέρα απάντησε «θα τον αφήσω να παίζει μπάσκετ, όμως αν πρώτα μου υποσχεθεί ότι θα γίνει τουλάχιστον πρώτος σαν τον Γκάλη».

Πολλές φορές οι γονείς των αθλουμένων φτάνουν σε οριακές καταστάσεις. Θυμάμαι την περίπτωση κάποιου πατέρα που το παιδί του θεωρείτο ταλέντο και έπαιζε ποδόσφαιρο στους εφήβους μίας ομάδας Α΄ Εθνικής. Ο πατέρας, οικοδόμος στο επάγγελμα, είχε επενδύσει τα πάντα στον γιο του και περίμενε να τον δει να θριαμβεύει στα γήπεδα. Ο γιος όμως κάποια στιγμή ενδιαφέρθηκε για την ηλεκτρονική και παράτησε το ποδόσφαιρο. Ο πατέρας ένιωσε προδομένος στις φιλοδοξίες του και τον έδιωξε, κόβοντας κάθε επαφή μαζί του.

Αλλά και όταν το παιδί δέχεται να παίξει τον ρόλο του κυνηγού της πρωτιάς, δέχεται τέτοια εσωτερική πίεση που πολλές φορές τον καταβάλει. Θυμάμαι τις φοβίες, τους τρομερούς νυχτερινούς εφιάλτες κάποιου αναβάτη, που κάθε βράδυ έβλεπε ότι ανατρεπόταν απ΄το άλογό του.

Για πολλούς νέους ο πρωταθλητισμός αποτελεί μια δικαίωση ή μια ρεβάνς αν προτιμάτε.

Έχοντας χάσει την μάχη του σχολείου, της εκπαίδευσης και της ακαδημαϊκής σταδιοδρομίας με την συνεπαγόμενη επώδυνη απόρριψη, βρίσκουν την ευκαιρία να ξαναμπούν μέσα στο παιχνίδι της κοινωνικής αποδοχής μέσω της πρωτιάς σ΄ ένα άθλημα.
Έτσι, πολλές φορές βρισκόμαστε μπροστά σε μεταμορφώσεις όπου οι «τεμπέληδες» και οι «άχρηστοι» γίνονται εργατικοί και ακούραστοι μπροστά στον στόχο που γι΄ αυτούς δεν σημαίνει πλέον μόνο κάποιο ρεκόρ αλλά την ανατροπή της απόρριψης.
Αποτελεί μια ευκαιρία να δημιουργήσουν μια νέα ζωή, όμως δυστυχώς πολλές φορές το αστέρι σβήνει και ο νέος ξαναγυρνά στην έλλειψη αυτοεκτίμησης.

Έτσι, ακόμα και αν τα παιδιά πετυχαίνουν να γίνουν πρωταθλητές, αναπτύσσονται μονομερώς και δεν νομίζω ότι είναι να τους ζηλεύει όπως π.χ. συμβαίνει με τις παγκόσμιες πρωταθλήτριες της γυμναστικής που δεν προλαβαίνουν να χαρούν σαν παιδιά, αφού ζούνε σε μία ατσάλινη πειθαρχία όπου επιπλέον θερμίδα είναι απαγορευμένη και το παγωτό ή η σοκολάτα ένα απαγορευμένο όνειρο.

Θα πρέπει να τολμήσουμε να πούμε ότι το ίδιο που παρατηρείται στους γονείς συμβαίνει και με τους προπονητές, αφού νοιώθουν ότι άμεσα κρίνονται από τα αποτελέσματα των αθλητών που προπονούν.
Ο γυμναστής είχε σαν σκοπό του να καθοδηγήσει τον γυμναζόμενο ώστε να αποκτήσει πιο δυνατό και λειτουργικό σώμα.

Ο προπονητής είναι ταγμένος στην υπηρεσία του πρωταθλητισμού. Πρέπει να «φορτσάρει» τον αθλητή του για να αποδώσει το μέγιστο των δυνατοτήτων του. Ο στόχος, το ρεκόρ, καταπιέζει τους πάντες και υπάρχει μια διαρκής αγωνία για το διαρκές ξεπέρασμά του. Θυμάμαι το όνειρο – εφιάλτη που μου είχε διηγηθεί ένας αθλητής στίβου που έβλεπε τον προπονητή του σαν βασανιστή που τον υπέβαλλε σε χίλια μαρτύρια.

Ταυτόχρονα όμως θα πρέπει να μιλήσουμε και για το δράμα των προπονητών που κάνουν τα πάντα και όμως η επιτυχία τους δεν εξαρτάται μόνο από τους ίδιους αλλά και από κάποιον άλλον, ίσως από ένα ανώριμο παιδί, που πιεζόμενο αντιδρά, με χίλια σκέρτσα ή και με παράτημα των προσπαθειών του. Έτσι δεν είναι τυχαίο που πολλές φορές αναπτύσσονται ισχυρότατοι δεσμοί φιλίας μεταξύ προπονητή και αθλητή αλλά και πολλές άλλες φορές έντονα συναισθήματα οργής κι αποστροφής.
Θα ήθελα να κλείσω την εισήγησή μου με τον ρόλο που μπορούν να παίξουν οι ψυχίατροι, οι ψυχολόγοι και οι ψυχοθεραπευτές στον αθλητικό χώρο, γιατί αποτελεί ένα κρίσιμο θέμα.

Αν λοιπόν ο ειδικός καλείται στο να βοηθά στην κατανόηση και την επίλυση των προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο αθλητής, αν καλείται στο να βοηθά στην επίλυση των προβλημάτων σχέσεων μεταξύ προπονητή και αθλητή, ή μεταξύ των μελών της ομάδας, τότε είναι κάτι που μπορεί να το κάνει και που σίγουρα επιφέρει έμμεσα και κάποιους καρπούς χωρίς παρενέργειες.

Αν όμως καλείται στο να απομονώσει τον αθλητή, και να τον δει μόνο σαν αθλούμενο που πρέπει να επιτύχει ρεκόρ και όχι σαν συνολικό άνθρωπο, αν δηλαδή χρησιμοποιήσει τις τεχνικές από τον χώρο της επιστήμης του για να ντοπάρει τον αθλητή με τους δικούς του τρόπους, τότε ίσως το ντοπάρισμα να είναι τέλειο, το ρεκόρ να επιτευχθεί, η πρωτιά να έρθει και η εξέταση των ούρων να μην δείξει τίποτα, όμως δεν ξέρω αν θα πρέπει να νοιώθει περήφανος.

Όμως εδώ δεν νομίζω ότι βρίσκεται κανείς που να έχει τέτοιους στόχους. Αντίθετα όλοι μας καλούμαστε στα πλαίσια της προληπτικής αθλητιατρικής να πραγματώσουμε όχι έναν άνθρωπο πλασμένο για τον αθλητισμό, αλλά έναν αθλητισμό πλασμένο για τον άνθρωπο.

Δημήτρης Καραγιάννης
Συνέδριο Προληπτικής Αθλιατρικής, Αθήνα 1988